κομφετί

κομφετί
κομφετί, το και κονφετί, το
(λ. γαλλ. ή ιταλ.), άκλ., μικρά στρογγυλά τεμάχια έγχρωμου χαρτιού που τα πετούν ο ένας στον άλλο όσοι διασκεδάζουν κατά τις ημέρες της Αποκριάς.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • κομφετί — και κονφετί, το συν. στον πληθ. τα κομφετί ή κονφετί μικρά στρογγυλά πολύχρωμα κομμάτια από χαρτί που πετούν ο ένας στον άλλο κατά τις απόκριες. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. confetti < ιταλ. confetti, πληθ. τού confetto] …   Dictionary of Greek

  • κονφετί — το βλ. κομφετί …   Dictionary of Greek

  • χαρτοπόλεμος — ο, Ν 1. διαμάχη που διεξάγεται με ανταλλαγή εγγράφων 2. κομφετί 3. μτφ. γραφειοκρατική και αναποτελεσματική αντιμετώπιση ενός προβλήματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαρτί + πόλεμος. Η λ. μαρτυρείται από το 1893 στην εφημερίδα Άστυ] …   Dictionary of Greek

  • Ευαγγελίδης, Δημήτριος — I (1888 – 1959). Κριτικός τέχνης. Καταγόταν από την Ήπειρο. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή στο Πανεπιστήμιου Αθηνών και υπηρέτησε για αρκετά χρόνια ως έφορος αρχαιοτήτων. Το 1923 πήγε με υποτροφία στη Γερμανία και αργότερα, στο Παρίσι. Τον Απρίλιο …   Dictionary of Greek

  • χαρτοπόλεμος — ο 1. διαμάχη που γίνεται με έγγραφα. 2. κομφετί: Στις αποκριές γίνεται μεγάλος χαρτοπόλεμος στους δρόμους …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”